Οι υπερβολικές εκπτώσεις καταστρέφουν τον κατασκευαστικό κλάδο
Σε πορεία καταστροφής οδεύει ο κατασκευαστικός κλάδος λόγω των υπερβολικών εκπτώσεων. Παρά τις φωνές από τον ΣΤΕΑΤ, τον ΣΑΤΕ, την ΠΕΔΜΕΔΕ η τακτική των μεγάλων εκπτώσεων όχι μόνο συνεχίζεται αλλά όσο πάει ενδυναμώνει έχοντας πάρει σχεδόν ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε πως κοιτάζοντας τις δημοπρατήσεις του 2017 και εξαιρώντας την ΔΕΗ (που δεν είναι και αμιγώς κατασκευαστικές) οι εκπτώσεις στο χαμηλό τους όριο ξεκινούν από 46% για την επέκταση σχολείου στη Βάρη και στο ανώτατο σημείο φτάνουν και ξεπερνούν το 70% σε 3 περιπτώσεις (κατασκευή αγωγών ομβρίων στο Χαλάνδρι με 70,1%, υδραυλικά έργα-οδοποιία στα Άνω Λιόσια με 72,89%, αποκατάσταση οδοστρωμάτων σε Π.Ράλλη-Γ.Λαμπράκη με 74,13%).
Το πρόβλημα των υπερβολικών εκπτώσεων είναι πλέον το Νο1 πρόβλημα του κατασκευαστικού κλάδου καθώς πολλές φορές "καταπίνει" τον ίδιο τον ανάδοχο του έργου που αδυνατεί κατά την κατασκευαστική περίοδο να ανταπεξέλθει στα κόστη, στο ίδιο το έργο που μένει μετέωρο για μήνες ή και για χρόνια. Έχουμε πολλές τέτοιες περιπτώσεις και για τον ευρύτερο τεχνικό κλάδο, καθώς ο ανάδοχος λόγω της μεγάλης έκπτωσης συμπαρασύρει υπεργολάβους και προμηθευτές σε μη ρεαλιστικές εκπτώσεις που συντελούν και στην ποιοτική υποβάθμιση του έργου.
Τα τελευταία χρόνια της κρίσης έχουμε δει τις μεγάλες εταιρείες του κλάδου να υποφέρουν από αυτό το φαινόμενα αλλά πλέον αυτό έχει εξελιχθεί σε μάστιγα που ενώ πολλές φορές διαφημίζεται ως κάτι θετικό, δεν λαμβάνεται υπόψη η τεράστια απόκλιση του προϋπολογισμού και της προσφερθείσας τιμής.
Πολύς κόσμος μπορεί να αναρωτηθεί και να πει ότι οι μεγάλες εκπτώσεις είναι κέρδος για το κράτος και μειώνουν το κόστος των έργων, όμως για τους μυημένους αυτό είναι πασιφανές ότι δεν ισχύει. Καταρχάς θα πρέπει να πούμε ότι ο προϋπολογισμός του έργου είναι ένας συγκερασμός των αναγκών που προκύπτουν από τη μελέτη και τις υπάρχουσες τιμές της αγοράς αλλά και του κόστους του ανθρώπινου δυναμικού.
Με τις υπερβολικές εκπτώσεις που ξεπερνούν το ήμισυ του προϋπολογισμένου κόστους ενός έργου αυτό σημαίνει έκπτωση στα πάντα. Από την ποιότητα (και πολλές φορές ποσότητα) των υλικών, μέχρι την σύνθλιψη των προμηθειών και την ελαχιστοποίηση σε υπερβολικό βαθμό των εργαζομένων που είναι απαραίτητοι για το έργο.
Αυτό με τη σειρά του επιφέρει καθυστέρηση στην εξέλιξη των έργων, ο ανάδοχος αναζητά πολλές φορές διέξοδο στη διαιτησία με ενστάσεις και προσφυγές για να κερδίσει από τα "σπασμένα" και μετά αρχίζουν τα συνηθισμένα παρατράγουδα.
Ο ανάδοχος εγκαταλείπει τα εργοτάξια, αρχίζουν οι απειλές από τον Φορέα Υλοποίησης, γίνονται νομικού τύπου κινήσεις, αρκετές φορές γίνεται αρχική κήρυξη του αναδόχου ως έκπτωτου, μετά ο ανάδοχος κάνει αίτηση αναίρεσης και τελικά αντί για έργα έχουμε πόλεμο εγγράφων.
Μετά από όλα αυτά, το κόστος του έργου έχει δεδομένα ανέβει λόγω των καθυστερήσεων, αν δεν βρεθεί κοινός τόπος το έργο εγκαταλείπεται (βλέπε Άκτιο-Αμβρακία), ο χρόνος περνά και τελικά το αρχικό "κέρδος" από την πολύ μεγάλη έκπτωση εξανεμίζεται ή συρρικνώνεται. Είναι ελάχιστες οι φορές που ένα έργο ολοκληρώνεται στην ώρα του έχοντας μία πολύ μεγάλη έκπτωση.
Αυτό είναι κάτι που δημιουργεί μεγάλη εντύπωση γιατί δεν συνυπολογίζεται από την Πολιτεία και επιμένει στον "ξερό" μοναδικό συντελεστή της μικρότερης προσφερθείσας τιμής.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο θα μπορούσε να είναι μία σύγκριση με τη μέση έκπτωση στα κατασκευαστικά έργα στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, να εξετάσουμε τα μοντέλα που υπάρχουν και να οδηγηθούμε στο πιο υγιές και πιο πετυχημένο προκειμένου να γίνει μία διόρθωση της αγοράς.
Πολύ φοβάμαι πως με τη συρρίκνωση του αριθμού των έργων, των διαθέσιμων πόρων και της γενικότερης εικόνας της οικονομίας σε συνδυασμό με τις "τρελές" εκπτώσεις θα οδηγήσει σε οικονομικό μαρασμό και καταστροφή μεγάλου μέρους του κλάδου, ενώ είναι πολύ πιθανό να ζήσουμε ακόμα μία γενιά μαζικών συγχωνεύσεων προκειμένου να επιζήσει ο κλάδος.
Το βέβαιο είναι ότι η σημερινή κατάσταση καταδεικνύει και το επίπεδο ανασφάλειας και απελπισίας που εκπέμπει στο σύνολο του ο κατασκευαστικός κόσμος της χώρας, με αυτοκαταστροφικές τάσεις οι οποίες πρέπει να αποτελέσουν σημείο συζήτησης, διαλόγου και τελικά αποφάσεων που μπορεί να αντιστρέψουν τη σημερινή καθοδική πορεία του γονατισμένου γίγαντα της Ελληνικής οικονομίας που είναι η κατασκευή.
Πηγή : Νίκος Καραγιάννης-ypodomes.com